Θηριώδης επανεξοπλισμός «Στα όπλα» ο γερμανικός ιμπεριαλισμός

Αναδημοσίευση από την Εργατική Πάλη Απρίλιος 2025
Η κυβέρνηση συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών-Σοσιαλδημοκρατών στη Γερμανία προωθεί ένα εξοπλιστικό πρόγραμμα μαμούθ. «Η Γερμανία επέστρεψε», δήλωσε ο Μερτς, νεοεκλεγείς χριστιανοδημοκράτης καγκελάριος, γνωστό «χρυσό παιδί» της κερδοσκοπίας στα χρηματιστήρια.
Οι φωνές υπέρ μιας γερμανικής επαναστρατιωτικοποίησης ενισχύονται σταθερά εδώ και χρόνια. Μέσα στην όξυνση των ανταγωνισμών, ο γερμανικός ιμπεριαλισμός προσπαθεί να σπάσει τον «κορσέ» των σχετικά περιορισμένων στρατιωτικών δυνατοτήτων, που του είχε επιβληθεί μετά την ήττα του στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και κάτω από την «προστασία» των ΗΠΑ.
Από το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία (2020), η ιαχή του κατεστημένου υπέρ ενός ραγδαίου επανεξοπλισμού ηχεί όλο και άγρια – αφήνοντας ανοιχτή την προοπτική απόκτησης ακόμα και πυρηνικών όπλων. Ήδη είχε σχεδιαστεί, μαζί με την προηγούμενη κυβέρνηση των ΗΠΑ, η εγκατάσταση σύντομα νέων πυραυλικών συστημάτων στην Ανατολική Γερμανία, στοχεύοντας –ποιον άλλο;– τη Ρωσία.
Το 2022, ο Σολτς των Σοσιαλδημοκρατών, σήμερα απερχόμενος καγκελάριος, είχε μιλήσει για ένα πολεμικό ταμείο 100 δισ. Σήμερα, η στροφή των ΗΠΑ του Τραμπ και η σημαία της «ευρωπαϊκής άμυνας» ενισχύουν και συσπειρώνουν τους πολεμοκάπηλους. Τα ποσά εκτιμάται ότι μπορεί να εκτιναχτούν ως και το 1 τρισ., μέσω δύο «ειδικών ταμείων», 400 δισ. για τον στρατό και 500 δισ. για τις υποδομές. Ουσιαστικά το δεύτερο θα αποτελεί περισσότερο ένα παράρτημα του πρώτου. Αυτό αποτελεί και έναν εκβιασμό του Μερτς: αν οι τοπικές κυβερνήσεις θέλουν λεφτά για τις υποδομές, προϋπόθεση είναι να εγκρίνουν «πακέτο» τις πολεμικές δαπάνες. Και όπως θα δούμε, αυτός ο εκβιασμός δεν μένει χωρίς να πιάσει τόπο…
Τα δύο «ειδικά ταμεία» σχεδιάζεται να μην υπάγονται στον προϋπολογισμό του ομοσπονδιακού κράτους. Γίνεται επίκληση στην ανάγκη να παρακαμφθεί έτσι το αυστηρό «φρένο χρέους», που απαγορεύει ετήσιο έλλειμμα στον προϋπολογισμό μεγαλύτερο από το 0,35% του ΑΕΠ. Αυτή ήταν μια ιδιαίτερα σκληρή, γερμανικού τύπου παραλλαγή της νεοφιλελεύθερης ορθοδοξίας για «δημοσιονομική πειθαρχία», που συχνά ονομάζεται και «ορντολιμπεραλισμός», δηλαδή «εύτακτος νεοφιλελευθερισμός». Με απλά λόγια: ο κανόνας έχει ενσωματωθεί στο ίδιο το Σύνταγμα! Λειτούργησε καλά, όσο η Γερμανία δέσποζε στην Ευρώπη με την ακμάζουσα οικονομία της και τη συσσώρευση τεράστιων εμπορικών πλεονασμάτων σε βάρος άλλων ευρωπαϊκών χωρών – οπότε και η χρηματοδότησή της μέσω του χρέους ήταν σχετικά εύκολη και φτηνή. Αυτό όμως τελείωσε, ειδικά τα δύο τελευταία χρόνια, με τον πόλεμο στην Ουκρανία, τις υπέρογκες στρατιωτικές δαπάνες (αθρόα ενίσχυση του Κιέβου κ.ά.), το σπάσιμο από τη φτηνή ρωσική ενέργεια – αλλά και τον αυξανόμενο ανταγωνισμό και διείσδυση των εμπορευμάτων από ανταγωνίστριες χώρες (κυρίως την Κίνα, π.χ. στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα).
Η στροφή των ΗΠΑ και οι δασμοί του Τραμπ δίνουν τη «χαριστική βολή», σε μια οικονομία ήδη σε ύφεση, με τη μεγάλη βιομηχανία (άλλοτε ραχοκοκαλιά όλης της ευρωπαϊκής οικονομίας) στο επίκεντρο. Αυτοκινητοβιομηχανίες και μεγάλες πολυεθνικές κλείνουν ή συρρικνώνουν εργοστάσια, προχωράνε σε δεκάδες χιλιάδες απολύσεις. Τα «κανόνια» δεν θα αφήσουν στους γερμανούς εργαζόμενους όχι μόνο «βούτυρο» αλλά ούτε ψωμί και πατάτες…
Σε αυτό το πλαίσιο, η χρηματοδότηση των εξοπλισμών απαιτεί μια τεράστια προσφυγή στο χρέος. Η «πολεμική οικονομία» γίνεται ο κύριος μοχλός οικονομικής αναθέρμανσης του γερμανικού ιμπεριαλισμού.
Κορυφαίοι υπουργοί, στρατιωτικοί, κρατικοί αξιωματούχοι έχουν αποδυθεί σε μια προπαγανδιστική εκστρατεία τρομοκράτησης του πληθυσμού, ώστε να αποδεχτεί τους εξοπλισμούς. Πριν λίγους μήνες, η τότε υπ. «Παιδείας» είχε απαιτήσει τα σχολεία να προετοιμάζουν τους μαθητές για τον πόλεμο. Σε προεκλογικές αφίσες, ο σοσιαλδημοκράτης πρώην υπουργός «Άμυνας» ζητούσε στρατό «ετοιμοπόλεμο μέχρι το 2029», ποζάροντας οπλισμένος!
Όλα τα βασικά κοινοβουλευτικά κόμματα στηρίζουν λυσσασμένα τον επανεξοπλισμό. Για Χριστιανοδημοκράτες και Σοσιαλδημοκράτες, ούτε λόγος. Μαζί τους και η νέα ακροδεξιά του AfD, που χωρίς να μασάει τα λόγια της απαιτεί άμεση επίθεση στις κοινωνικές δαπάνες για τη χρηματοδότηση των εξοπλισμών. Οι Πράσινοι, παλιοί «φιλειρηνιστές», που μερικοί τους φαντάζονται ακόμα για «προοδευτικούς», έχουν γίνει μεγάφωνο του γερμανικού μιλιταρισμού. Ως υπ. Εξωτερικών, η επικεφαλής τους Μπέρμποκ ήταν από τις πιο προκλητικές και επιθετικές ενάντια στη Ρωσία. Ο Φίσερ, παλιό στέλεχός τους, στιγματισμένος για τον ελεεινό ρόλο του στην εμπροσθοφυλακή των «ανθρωπιστικών» ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων και πολέμων από τη δεκαετία του 1990 (βομβαρδισμοί Γιουγκοσλαβίας κ.ά.), είχε καλέσει από το 2022 στην ανάπτυξη ευρωπαϊκών πυρηνικών.
Πολλοί στην Αριστερά, και στην εγχώρια, συνήθως από σκέτη απόγνωση ή άγνοια, θέλησαν να δουν στο πρόσφατο εκλογικό αποτέλεσμα του Die Linke τη δυνατότητα μιας αριστερής αναβίωσης. Η ζωή δεν τους δικαιώνει. Παρά το «κοινωνικό πρόγραμμα» και την τυπική αντίθεση στους εξοπλισμούς, η Die Linke υπέκυψε στον εκβιασμό του Μερτς να «πακετάρει» τις εξοπλιστικές δαπάνες με αυτές των υποδομών. Συγκεκριμένα, τις ενέκριναν οι εκπρόσωποί της σε κυβερνήσεις συνεργασίας σε δύο κρατίδια (Βρέμη, Μεκλεμβούργο-Δ. Πομερανία). Μικρή παρηγοριά αποτελεί αν αυτό έγινε «σπάζοντας» την επίσημη κομματική γραμμή: ακριβώς αυτό αποδεικνύει πόσο σαθρή είναι η «ενότητα» τέτοιων κομμάτων και οι δυνατότητες για αγώνα μέσα απ’ αυτά.
Ειδικά στη Γερμανία, το ιστορικό παράδειγμα του Αυγούστου 1914 δεν επιτρέπεται να ξεχνιέται. Παρά τις αποφάσεις του κόμματος και της Β΄ Διεθνούς, οι σοσιαλδημοκράτες βουλευτές είχαν ψηφίσει (εκτός του ηρωικού επαναστάτη Λίμπκνεχτ) υπέρ των πολεμικών πιστώσεων – μετατρεπόμενοι σε σοσιαλσοβινιστές και σοσιαλιμπεριαλιστές, σέρνοντας την εργατική τάξη στο σφαγείο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου υπέρ της «δικής τους» πατρίδας (δηλαδή: αστικής τάξης).
Η πάλη ενάντια στον επανεξοπλισμό του γερμανικού ιμπεριαλισμού είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου για τους εργαζόμενους και τους λαούς, όχι μόνο της χώρας αλλά όλης της Ευρώπης. Δεν μπορεί να στηριχτεί σε μισερά και δειλά «εργαλεία», που εγγυημένα θα υποταχτούν, προδώσουν ή καταρρεύσουν για πολλοστή φορά. Ο κίνδυνος και η πρόκληση για το εργατικό κίνημα δεν θα μπορούσαν να είναι πιο άμεσα και οξεία. Επείγει το χτύπημα της πολεμοκάπηλης προπαγάνδας, η ανάπτυξη των ταξικών αγώνων, το χτίσιμο ενός κινήματος αντιπολεμικού, αντιμιλιταριστικού, αντιιμπεριαλιστικού κινήματος – βασισμένου στην ανεξαρτησία των εργαζομένων, στην αρχή του Λίμπκνεχτ «ο εχθρός είναι στην ίδια μας τη χώρα».