Γαλλία: η κυβέρνηση έπεσε. Ζήτω η κυβέρνηση!

Αναδημοσίευση από την Εργατική Πάλη Ιανουαρίου 2025
Ούτε τρεις ολόκληροι μήνες δεν χρειάστηκαν από τον σχηματισμό κυβέρνησης υπό τον Μπαρνιέ, στηριζόμενης στην κοινοβουλευτική μειοψηφία της μακρονικής παράταξης και των ρεπουμπλικάνων και στην ανοχή της άκρας δεξιάς, για να καταψηφιστεί στις 4 Δεκέμβρη από κοινού από το Νέο Λαϊκό Μέτωπο (ΝΛΜ) και την άκρα δεξιά. Πρόκειται για την πρώτη επιτυχημένη ψήφο μομφής σε κυβέρνηση μετά το 1962, δείκτη της τρέχουσας πολιτικής και κυβερνητικής κρίσης της Γαλλίας.
Λίγες μέρες αργότερα, στις 13 Δεκέμβρη, ο Μακρόν όρισε πρωθυπουργό τον Φρανσουά Μπαϊρού, πολιτικό της κεντροδεξιάς, πρώην υπουργό Παιδείας στις δεξιές κυβερνήσεις Μπαλαντούρ και Ζουπέ, και υποψήφιο με όχι αμελητέα ποσοστά στις προεδρικές του 2002, 2007 και 2012. Έχοντας αποσύρει την υποψηφιότητά του στις προεδρικές του 2017 και έχοντας ταχθεί υπέρ του Μακρόν, παρέλαβε την πλήρη αμοιβή του με 8 χρόνια καθυστέρηση, καθώς είχε διατελέσει μόνο υπουργός Δικαιοσύνης για ένα σύντομο διάστημα κατά την πρώτη προεδρία Μακρόν. Ο Μπαϊρού ανακοίνωσε την σύνθεση της νέας κυβέρνησης στις 23 Δεκέμβρη και το υπουργικό συμβούλιο συνεδρίασε για πρώτη φορά στις 3 Ιανουαρίου.
Η νέα κυβέρνηση δεν αποτελεί παρά μία φωτοτυπία της προηγούμενης. Παρελαύνουν ως υπουργοί γνωστά ονόματα του μακρονισμού και των ρεπουμπλικάνων: η πρωθυπουργός της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης Ελίζαμπεθ Μπορν στο υπουργείο Παιδείας, ο πρώην πρωθυπουργός επί Ολάντ Μανουέλ Βάλς, που εγκατέλειψε το Σοσιαλιστικό Κόμμα (ΣΚ) για να μεταπηδήσει στην παράταξη του Μακρόν, στο υπουργείο της Υπερπόντιας Επικράτειας. Ο πρώην υπουργός Δημοσίας τάξης Νταρμανάν, έχοντας στην παρακαταθήκη του την καταστολή της κοινωνικής έκρηξης μετά την δολοφονία Ναέλ, πλέον σε ρόλο υπουργού Δικαιοσύνης. Ο ακροδεξιός, πρώην μοναρχικός, Ραταγιώ, παραμένει ακλόνητος στο υπουργείο Δημοσίας Τάξης. Η δεξιά Κατερίν Βοτράν στο πόστο της υπουργού Εργασίας, έχοντας συμμετάσχει σε κυβερνήσεις επί προεδρίας Σιράκ και επί πρωθυπουργίας Αττάλ, γνωστή για την εισαγωγή το 2005 της περίφημης και μισητής από τους εργαζόμενους «μέρας αλληλεγγύης», που ισοδυναμεί με αρπαγή μίας αργίας. Ο Ερίκ Λομπάρντ, διευθύνων σύμβουλος σε ασφαλιστικές και χρηματιστηριακές εταιρείες, στο Υπουργείο Οικονομικών. Η Ρασίντα Ντάτι, δεξί χέρι του Σαρκοζί και υπουργός Δικαιοσύνης επί προεδρίας του, στον ρόλο της υπουργού Πολιτισμού. Η Αννί Γκενεβάρ, γραμματέας του Ρεπουμπλικανών, στον υπουργείο Γεωργίας.
Πολιτικοί, τους οποίους έχει απορρίψει, και μάλιστα περιθωριοποιήσει σε ό,τι αφορά στους Ρεπουμπλικάνους, η πλειοψηφία του γαλλικού λαού ψηφίζοντας υπέρ είτε του ΝΛΜ είτε της ακροδεξιάς στις ευρωεκλογές και κοινοβουλευτικές εκλογές του περασμένου καλοκαιριού. Ο Μπαϊρού επαναλαμβάνει το ίδιο πολιτικό παιχνίδι με τον προκάτοχό του: κυβέρνηση της κεντροδεξιάς, που αναθεματίζει την Ανυπότακτη Γαλλία του Μελανσόν ως ακροαριστερή, εκτός δημοκρατικού τόξου, πολιτική δύναμη, προσπαθώντας να κερδίσει την ανοχή αν όχι την στήριξη του ΣΚ αποσπώντας το από το ΝΛΜ. Ωστόσο, το ΣΚ παρά την «υπευθυνότητά» του και την «κουλτούρα συμβιβασμών», για την οποία υπερηφανεύεται, κατανοεί ότι τυχόν απρόσεκτη προσκόλληση στον μισητό μακρονισμό θα το ξανασπρώξει στα εκλογικά βάραθρα. Έτσι, η κυβέρνηση αναγκάζεται να αποζητήσει την ανοχή, αν όχι την στήριξη, της άκρας δεξιάς, καθιστώντας την έτσι ρυθμιστή της πολιτικής ζωής. Ωστόσο, όλες οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις του ΝΛΜ έχουν πλέον αποδεχτεί την περιθωριοποίηση της εκλογικής τους συμμάχου, Ανυπότακτης Γαλλίας, χαρακτηρίζοντάς την εξτρεμιστική και διατίθενται, στο όνομα της σωτηρίας της εθνικής οικονομίας, να συγκυβερνήσουν με τον μακρονισμό και την δεξιά, εάν παρουσιαστεί μία κατάλληλη φόρμουλα, την οποία θεωρούν βιώσιμη εκλογικά.
Η ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Μπαϊρού συνέπεσε με την φυσική καταστροφή στις 14 Δεκέμβρη της ήδη πάμφτωχης Μαγιότ που χτυπήθηκε βάναυσα στις 14 Δεκέμβρη από τον πιο ισχυρό κυκλώνα των τελευταίων 90 χρόνων. Ο κυκλώνας άφησε χωρίς ρεύμα, πόσιμο νερό, αεροδρόμιο, λιμάνι, νοσοκομείο, και σχολεία, ένα νησί 300.000 κατοίκων, όπου το 77% ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, σε σχέση με το 14% στην μητροπολιτική Γαλλία και όπου το 40% του πληθυσμού ζει σε παραγκουπόλεις. Περίπου 100.000 έμειναν χωρίς στέγη. Έχουν ήδη εξαγγελθεί διάφορα μέτρα, ωστόσο είναι βέβαιο ότι θα χρειαστούν πολλά χρόνια μόνο και μόνο για να επανέλθει το νησί, αν επανέλθει ποτέ, στην πρότερη κατάσταση, που έτσι και αλλιώς υστερούσε κατά πολύ της μητροπολιτικής Γαλλίας από όλες τις απόψεις.
Ωστόσο, το βασικό καθήκον της νέας κυβέρνησης είναι η σύνταξη του προϋπολογισμού του 2025, εξαιτίας του οποίου καταψηφίστηκε η προκάτοχός της. Μάλιστα, κατά την διάρκεια των διαβουλεύσεων και της επεξεργασίας του στην Εθνοσυνέλευση η διαλυτική πολιτική κατάσταση είχε οδηγήσει σε γκροτέσκα φαινόμενα. Είναι χαρακτηριστικό ότι το προσχέδιο του προϋπολογισμού που είχε καταθέσει αρχικά η κυβέρνηση τροποποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό από τις συνεχείς τροπολογίες της Ανυπότακτης Γαλλίας και όλου του ΝΛΜ, που υπερψηφίζονταν λόγω απουσίας των μακρονικών και των βουλευτών της δεξιάς, με αποτέλεσμα να έχει καταστεί «συμβατός με το πρόγραμμα του ΝΛΜ» όπως είχαν δηλώσει βουλευτές της Ανυπότακτης Γαλλίας. Στην συνέχεια απορρίφθηκε από την ολομέλεια της Εθνοσυνέλευσης σε από κοινού καταψήφιση από τους Μακρονικούς, την δεξιά και την ακροδεξιά ως «φορολογική κόλαση» και έτσι η αρχική του εκδοχή παραπέμφθηκε στην Σύγκλητο, όπου κυριαρχεί η δεξιά.
Ο Μπαϊρού δήλωσε ότι φιλοδοξεί να ψηφιστεί ο προϋπολογισμός του 2025 στα μέσα Φεβρουαρίου. Αυτό το τόσο μεγάλο διάστημα προετοιμασίας οφείλεται στο ατελείωτο παζάρι με τις διάφορες πολιτικές δυνάμεις από το ΚΚΓ έως την άκρα δεξιά, ώστε η κάθε μία να έχει στο τέλος αυτής της ιστορίας κάτι να παρουσιάσει και για κάτι να παινευτεί, υπερψηφίζοντας τον προϋπολογισμό, ενώ ταυτόχρονα να έχουν ενσωματωθεί σε αυτόν οι ουσιώδεις υποδείξεις της μεγάλης μπουρζουαζίας. Είναι ο μόνος δρόμος να αποφευχθεί μία νέα επιτυχημένη πρόταση μομφής εναντίον της κυβέρνησης.
Προφανώς, αυτή η μεγάλη καθυστέρηση του προϋπολογισμού δεν εμποδίζει το κράτος και την οικονομία από το να λειτουργούν και μάλιστα αποτελεσματικά, με έκτακτους νόμους, με τους μόνιμους μηχανισμούς, τα στελέχη και το νομοθετικό πλαίσιο που υπάρχει. Σίγουρα, όμως δυσκολεύει ή περιορίζει την όποια ιδιαίτερη οικονομική πολιτική ασκείται δια του προϋπολογισμού, βάζοντάς τον στον αυτόματο πιλότο. Έτσι, για την μεγάλη μπουρζουαζία ο σχηματισμός κυβέρνησης και ο προϋπολογισμός είναι επιτακτικός, ώστε να αποφασιστεί η ακριβής κατανομή των κρατικών πόρων στους διάφορους κλάδους της οικονομίας. Πόσο μάλλον, ενόψει των θυελλωδών εξελίξεων που έρχονται με την προεδρία Τράμπ και την κρίση της γαλλικής και ευρωπαϊκής οικονομίας. Η δε διεθνής πολιτική έχει αφεθεί στα χέρια του Μακρόν που εγγυάται έτσι την συνέχεια του γαλλικού κράτους σε σχέση με τα ανοιχτά πολεμικά μέτωπα στην Μέση Ανατολή και στην Ουκρανία.
Όπως και η προηγούμενη, έτσι και αυτή η κυβέρνηση είναι εξαιρετικά ασταθής και τρεκλίζουσα. Μία κυβέρνηση που απλώς γεμίζει τον χρόνο μέχρι το επόμενο καλοκαίρι όταν θα μπορούν εκ νέου να κηρυχθούν εκλογές, μετά την παρέλευση του συνταγματικά ελάχιστου ορίου ενός έτους για μία εκ νέου διάλυση της εθνοσυνέλευσης. Το εργατικό κίνημα οφείλει να εκμεταλλευθεί την σύγχυση και την διαλυτική κατάσταση του αστικού πολιτικού συστήματος για να υπερασπίσει όχι μόνο τις θέσεις εργασίας, που κινδυνεύουν από μία επερχόμενη χιονοστιβάδα κλεισιμάτων εργοστασίων και μαζικών απολύσεων, αλλά και για να αντιπαλέψει ενάντια στην άμεση εμπλοκή της Γαλλίας στο πόλεμο στην Ουκρανία και στην Μέση Ανατολή.