Συζητήσεις ΚΚΕ – Τροτσκιστικών οργανώσεων 1946: Νέες σταλινικές διαστρεβλώσεις της ιστορίας από τον Εργατικό Αγώνα

Ο Εργατικός Αγώνας (σταλινική ομάδα που αποχώρησε/διαγράφτηκε από το ΚΚΕ) προχώρησε πρόσφατα στην ανάρτηση στην ιστοσελίδα του των πρακτικών των Διαλέξεων-Συζητήσεων μεταξύ του ΚΚΕ και των τροτσκιστικών και αρχειομαρξιστικών οργανώσεων στο τέλος του 1946, οι οποίες είχαν  εκδοθεί το 1947 από την Κομμουνιστική Επιθεώρηση (θεωρητικό όργανο του ΚΚΕ). Συμφωνούμε απόλυτα με την εκτίμηση του Εργατικού Αγώνα ότι πρόκειται για σημαντικό ιστορικό ντοκουμέντο και τον ευχαριστούμε για την επαναδημοσίευσή του (οι Διαλέξεις-Συζητήσεις μεταξύ ΚΚΕ και ΚΔΚΕ έχουν εκδοθεί από την «Πρωτοποριακή Βιβλιοθήκη»).

Μεταξύ ΚΚΕ και ΚΔΚΕ (Κομμουνιστικό Διεθνιστικό Κόμμα Ελλάδας, ελληνικό τμήμα της 4ης Διεθνούς) πραγματοποιήθηκαν τρεις συζητήσεις, τον Οκτώβρη και Νοέμβρη του 1946 (το ΚΚΕ έκανε τον Δεκέμβρη της ίδιας χρονιάς δύο ακόμα συζητήσεις, με την τροτσκίζουσα ομάδα της Διεθνιστικής Επαναστατικής Πρωτοπορίας και με το Κομμουνιστικό Αρχειομαρξιστικό Κόμμα Ελλάδας). Είχε προηγηθεί η υπογραφή ειδικού συμφωνητικού μεταξύ των δύο κομμάτων σχετικά με τους όρους διεξαγωγής των συζητήσεων. Η ανοιχτή ιδεολογική και πολιτική αντιπαράθεση σταλινικών και τροτσκιστών θα γινόταν σε θέατρο και μπροστά σε ακροατήριο αγωνιστών που προέρχονταν και από τις δύο πλευρές. Τα θέματα των συζητήσεων ήταν: α) Η εσωτερική κατάσταση της Ελλάδας και τα καθήκοντα της εργατικής τάξης, β) Λαϊκή Δημοκρατία ή Σοσιαλιστική Σοβιετική Δημοκρατία στην Ελλάδα; και γ) Ο χαρακτήρας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και τα καθήκοντα των κομμουνιστών.

Ο αναγνώστης που είναι αρκετά εξοικειωμένος με τα ιστορικά γεγονότα της εποχής της Κατοχής και του Εμφυλίου είναι πολύ πιθανό να απορήσει και με το ίδιο το γεγονός της πραγματοποίησης των συζητήσεων. Αυτές οι συζητήσεις δεν οφείλονταν στο ότι ξαφνικά το ΚΚΕ θυμήθηκε το διάλογο και την εργατική δημοκρατία, σε μια περίοδο που ο σταλινισμός (όλων σχεδόν των χωρών) είχε περάσει από την εγκληματική και καταστροφική λογική της χυδαίας συκοφάντησης των αντίπαλων εργατικών οργανώσεων, στη  φυσική εξόντωση των αγωνιστών τους (χιλιάδες αγωνιστές, τροτσκιστές αλλά και γενικά όσοι αντιτάσσονταν στην προδοτική πολιτική του ΚΚΕ, δολοφονήθηκαν εκείνα τα χρόνια από τις σταλινικές συμμορίες της ΟΠΛΑ). Στο τέλος του 1946, οι σταλινικοί ηγέτες του ΚΚΕ «καταδέχτηκαν» να συνομιλήσουν δημόσια και ανοιχτά, πάνω στα πιο καυτά ζητήματα, με αυτούς που μέχρι πριν λίγους μήνες αποκαλούσαν συνεργάτες των ναζί κατακτητών και «τροτσκιστικά παλιόσκυλα του Χίτλερ». Ο πραγματικός λόγος για αυτή τη «στροφή» ήταν: α) η συνειδητοποίηση από τις λαϊκές μάζες των τραγικών συνεπειών της προδοσίας της ελληνικής επανάστασης από τη σταλινική ηγεσία του ΚΚΕ (ανελέητο πογκρόμ της ντόπιας και ξένης αντίδρασης κατά των αγωνιστών του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ μετά την προδοτική συμφωνία της Βάρκιζας) και ο φόβος του Ζαχαριάδη και της κλίκας του ότι θα αυξανόταν σημαντικά η επιρροή των επαναστατών τροτσκιστών μέσα στο ελληνικό εργατικό κίνημα και β) η ενοποίηση (Ιούλης 1946) του συνόλου των τροτσκιστικών δυνάμεων και η δημιουργία του ΚΔΚΕ. Το ενοποιητικό συνέδριο του 1946 ήταν ένα γεγονός μεγάλης σημασίας  για το επαναστατικό κίνημα της χώρας μας και ερχόταν μετά μια περίοδο περίπου15 χρόνων διασπάσεων και επιπλέον -παρά την εξόντωση πολλών επαναστατών μαρξιστών από τις δικτατορίες της αστικής τάξης, τους Ναζί και τους σταλινικούς- συγκέντρωσε σημαντικές δυνάμεις. Όλα αυτά βέβαια αποσιωπώνται από τον Εργατικό Αγώνα.

Οι ρίζες της προδοσίας βρίσκονται στον πυρήνα της πολιτικής του ΚΚΕ, που από το 1934, στην 6η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του, είχε υιοθετήσει τη σταλινική «θεωρία των σταδίων». Σε καθυστερημένες και εξαρτημένες χώρες, με «φεουδαρχικά κατάλοιπα», όπως η Ελλάδα, ο χαρακτήρας της επανάστασης μπορούσε να είναι μόνο «αστικοδημοκρατικός» και η σοσιαλιστική επανάσταση παραπεμπόταν σε κάποιο μακρινό μέλλον. Έτσι, καθήκον των κομμουνιστών ήταν να συγκροτήσουν «Λαϊκά Μέτωπα», με κόμματα της «εθνικής», «πατριωτικής», «δημοκρατικής» κ.λπ. αστικής τάξης, στο όνομα της «υπεράσπισης της πατρίδας», της «αντιμετώπισης του φασισμού» κ.α. Με την ίδια λογική, ο χαρακτήρας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου δεν ήταν ιμπεριαλιστικός, μια διαμάχη δύο ιμπεριαλιστικών στρατοπέδων, εξίσου εχθρικών προς το παγκόσμιο προλεταριάτο (ανεξάρτητα από την αναγκαιότητα υπεράσπισης του εργατικού κράτους της Σοβιετικής Ένωσης απέναντι στη ναζιστική επίθεση), αλλά «αντιφασιστικός», για την «υπεράσπιση της δημοκρατίας», ενώ οι Άγγλοι, οι Αμερικάνοι και άλλοι

«δημοκρατικοί» ιμπεριαλιστές ήταν «σύμμαχοι», «απελευθερωτές» κ.λπ. (βέβαια, κατά την περίοδο του Συμφώνου Μολότοφ-Ρίμπεντροπ, που είχε συνάψει ο Στάλιν με τη χιτλερική Γερμανία, οι σταλινικοί έλεγαν ακριβώς τα αντίθετα). Τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής για την ελληνική εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα ήταν κάτι παραπάνω από τραγικά. Το 1936, η συμμαχία του ΚΚΕ με το «δημοκρατικό» αστικό Κόμμα Φιλελευθέρων (σύμφωνο Σοφούλη – Σκλάβαινα) οδήγησε στην προδοσία της εξέγερσης των εργατών της Θεσσαλονίκης. Το 1944, κι ενώ το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ κυριαρχούσε σε ολόκληρη σχεδόν την Ελλάδα και οι εξεγερμένες εργατοαγροτικές μάζες έδιναν στα χέρια του ΚΚΕ την εξουσία, οι σταλινικοί ηγέτες υπέγραψαν τις προδοτικές συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας, σχηματίζοντας κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» με τα διεφθαρμένα και με μηδενική επιρροή στις μάζες αστικά κόμματα και επιτρέποντας στους άγγλους ιμπεριαλιστές να αποβιβαστούν στην Ελλάδα σαν «κύριοι». Σαν να μην έφτανε αυτό, τους υποδέχτηκαν σαν «απελευθερωτές», την ίδια στιγμή που οι τροτσκιστές προειδοποιούσαν τις μάζες ότι οι Άγγλοι θα ήταν οι νέοι δυνάστες, που θα τους στερούσαν όλα όσα είχαν κερδίσει με ποτάμια αίματος. Στα «Δεκεμβριανά» του 1944, η σταλινική ηγεσία του ΚΚΕ κράτησε εκτός Αθήνας τον κύριο όγκο των δυνάμεων του ΕΛΑΣ, αφήνοντας τους νεαρούς μαχητές του εφεδρικού ΕΛΑΣ αβοήθητους απέναντι στα αγγλικά στρατεύματα. Με την κατάπτυστη συμφωνία της Βάρκιζας, αφού εξασφάλισε «αμνηστία» για τον εαυτό της, παρέδωσε τους αγωνιστές της Αντίστασης βορά στη ντόπια και ξένη αντίδραση, ενώ οι περισσότερες δυνάμεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ήταν άθικτες και η αποφασιστικότητα των λαϊκών μαζών να συνεχίσουν τον αγώνα αμείωτη. Ακόμα και το 1946, την περίοδο που πραγματοποιήθηκαν οι συζητήσεις ΚΚΕ-ΚΔΚΕ, το εργατικό και λαϊκό κίνημα ήταν ακόμα δυνατό. Όμως ο Ζαχαριάδης και η ηγεσία του ΚΚΕ κωλυσιεργούσαν, δεν οργάνωναν αποφασιστικά ούτε την ταξική πάλη στα αστικά κέντρα ούτε το αντάρτικο στην ύπαιθρο. Έτσι, όταν το 1947 αποφάσισε τελικά την κλιμάκωση του Εμφυλίου, το αστικό καθεστώς είχε προλάβει να ανασυγκροτηθεί, να επιφέρει με τις διώξεις συντριπτικά πλήγματα στους αγωνιστές και το κίνημα και να εξασφαλίσει μαζική ενίσχυση από τις ΗΠΑ.

Όλα αυτά έχουν τεκμηριωθεί τις τελευταίες δεκαετίες από την ιστορική έρευνα, μετά το άνοιγμα πλήθους αρχείων και τις μελέτες νέων γενεών ιστορικών, ανεπηρέαστων από τη σταλινική «παράδοση». Το ίδιο το ΚΚΕ, στην προσπάθειά του να πείσει ότι «αποκαθιστά τον επαναστατικό χαρακτήρα του», έχει σχεδόν ολοκληρωτικά αναθεωρήσει όλα όσα υποστήριζε σχετικά με τα γεγονότα εκείνης της περιόδου (με κείμενα ηγετικών στελεχών του, άρθρα στον «Ριζοσπάστη» και άλλα όργανά του, εκδόσεις του Τμήματος Ιστορίας του κ.ά.). Η υπεράσπιση της εγκληματικής σταλινικής πολιτικής είναι στις μέρες μας θλιβερό «προνόμιο» ορισμένων σταλινικών απολιθωμάτων, όπως ο Εργατικός Αγώνας, και αυτή όμως ουσιαστικά με έμμεσο τρόπο, καθώς αυτές οι δυνάμεις περιορίζονται στην εξύμνηση του ηρωικού αγώνα των λαϊκών μαζών υπό την ηγεσία του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, αποφεύγοντας όμως επιμελώς να μιλήσουν για την ουσία των γεγονότων και των επιλογών που συνιστούν την προδοσία της ελληνικής σοσιαλιστικής επανάστασης από τον σταλινισμό.

Αυτή που είναι αναμφισβήτητη είναι η επικαιρότητα των Διαλέξεων-Συζητήσεων ΚΚΕ-ΚΔΚΕ. Πράγματι, θα είχε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον η απάντηση του Εργατικού Αγώνα (και όσων υπερασπίζονται παρόμοιες απόψεις) στο ερώτημα τι θα σήμαινε μια πολιτική που θα βασιζόταν στη «θεωρία των σταδίων» και στην αναγκαιότητα μιας «αστικοδημοκρατικής» επανάστασης στη σημερινή Ελλάδα. Αναπόφευκτα, μια τέτοιου είδους συζήτηση θα κατέληγε στο πολιτικό πρόταγμα των συμμαχιών με «δημοκρατικά», «πατριωτικά», «αντιμνημονιακά» κ.λπ. κομμάτια της αστικής τάξης, με στόχο την επικράτηση μιας «πραγματικά αριστερής», «αντιμνημονιακής» κυβέρνησης. Τις ολέθριες συνέπειες τέτοιων αυταπατών και πολιτικών τις έζησαν στο πετσί τους οι εργαζόμενοι, η νεολαία και τα φτωχά λαϊκά στρώματα με την προδοσία του ΣΥΡΙΖΑ, η άνοδος του οποίου βασίστηκε ακριβώς στην απάτη της «ενότητας της αριστεράς», του «αντιμνημονιακού μετώπου» και όλες τις σημερινές εκδοχές της σταλινικής πολιτικής των «Λαϊκών Μετώπων». Η μελέτη των ιστορικών γεγονότων, μέσα από πολύτιμα ντοκουμέντα όπως είναι και οι Διαλέξεις-Συζητήσεις ΚΚΕ-ΚΔΚΕ, είναι αναγκαία προϋπόθεση για να μην ξαναζήσουμε τέτοιες προδοσίες.

 

ΥΓ: Χρειάζεται να πούμε κάτι ακόμη για την σταλινοζαχαριαδική ομάδα του Εργατικού Αγώνα, που κόπτεται για την πραγματική ιστορία του ΚΚΕ:

  1. Οι Διαλέξεις-Συζητήσεις μεταξύ ΚΚΕ και ΚΔΚΕ μετά την έκδοση του 1947 δεν εκδόθηκαν ποτέ από το ΚΚΕ. Εκδίδονταν μόνο από τις σταλινομαοϊκές ομάδες για λόγους που είναι ευκολονόητοι και είναι περίπου οι ίδιοι μ’ αυτούς για τους οποίους τις δημοσίευσε ο Εργατικός Αγώνας.
  2. Ένας ακόμη λόγος που οι Διαλέξεις δεν εκδόθηκαν από ΚΚΕ είναι γιατί οι δυο βασικοί εκπρόσωποι του ΚΚΕ, Λ. Αποστόλου και Κ. (Γυφτοδήμος) Καραγιώργης (από τα πιο μορφωμένα ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ) θα έχουν τη ίδια τύχη που είχαν χιλιάδες αγωνιστές και κομμουνιστές από το σταλινικό ΚΚΕ.

Ο Λ. Αποστόλου (Ακροναυπλιώτης, πρώτος Γραμματέας του ΕΑΜ και αδελφός της Ηλέκτρας Αποστόλου) θα διαγραφεί από το κόμμα, θα συλληφθεί με εντολή της ηγεσίας του ΚΚΕ από τις μυστικές υπηρεσίες της Ρουμανίας, θα κλειστεί στις ρουμανικές φυλακές, θα κατηγορηθεί  για προδοσία, τροτσκισμό κ.λπ. Τον διέγραψαν, αφού του φόρτωσαν όλα τα δικά τους λάθη (ειρωνεία της ιστορίας, τα οποία είχε υπερασπιστεί με νύχια και με δόντια στις  Διαλέξεις), όπως ο  «προδότης» Τίτο που τους χτύπησε «πισώπλατα» και διάφοροι άλλοι «προδότες» σαν τον Γυφτοδήμο (Καραγιώργη) και άλλα «στοιχεία ανίκανα, καταφερ­τζήδες, οπορτουνιστές, μικροαστούς, δογματικούς, ανόητους», σαν τον Μ. Βαφειάδη, τον Παρτσαλίδη, την Χρύσα κ.λπ. Για τον Αποστόλου θα προσθέσουν: «ύποπτος, τυχοδιώχτης», «εχθρός του λαού», «φερέφωνο των αμερικάνων Ιμπεριαλιστών». (Γ΄ Πανελλαδική Συνδιάσκεψη 1950). Όταν επέτρεψε στην Ελλάδα (1959), γνώρισε το ίδιο κλίμα και συκοφαντίες, αν και παρέμενε πιστός στο ΕΑΜικό πνεύμα (συνεργασία με ΕΚ και ΠΑΣΟΚ), πέθανε στο Γηροκομείο Αθηνών (1981), ξεχασμένος απ’ όλους, αφού προηγούμενα είχε κάνει γενναία αυτοκριτική για τα λάθη του και για τις συκοφαντίες που είχε εξαπολύσει εναντίον των τροτσκιστών και άλλων αγωνιστών.

Ο Κ. (Γυφτοδήμος) Καραγιώργης, πέρα από τις αισχρές συκοφαντίες, θα έχει τραγικό τέλος. Παλιός διευθυντής του Ριζοσπάστη (1944-1947), αντιστράτηγος του ΔΣΕ που έλαβε μέρος σε πολλές νικηφόρες μάχες. Ανήκε στην ίδια πτέρυγα του ΚΚΕ μαζί με τον Γιάννη Ζέβγο, την Καίτη Ζέβγου κ.ά., που υποστήριξαν στη σύσκεψη των Τρικάλων του ΚΚΕ πριν την Συμφωνία της Βάρκιζα τη συνέχιση των συγκρούσεων που ξεκίνησαν στα Δεκεμβριανά. Μετά την ήττα στον εμφύλιο βρέθηκε στη Ρουμανία, διαφώνησε με την πολιτική του Ζαχαριάδη, συκοφαντήθηκε («Το Κόμμα κατέβαλε πολλές προσπάθειες για να γίνει κομμουνιστής  ο Καραγιώργης. Αυτό δεν το κατόρθωσε γιατί ο Καραγιώργης ήταν ύποπτης ποιότητας αριβίστας συνοδοιπόρος, που νόμιζε ότι θα γίνει ηγέτης του Κόμματος. Όλη η ζωή του Καραγιώργη είναι βασικά αντικομματική.» – και πολλές άλλες από τις γνωστές συκοφαντίες που μοίραζαν οι Ζαχαριάδης-Μπαρτζιώτας-Ιωαννίδης), συνελήφθηκε από τη ρουμανική ασφάλεια και οδηγήθηκε στις φυλακές στο Πιτέστι της Ρουμανίας. Το Φθινόπωρο του 1954 δολοφονήθηκε μέσα στις φυλακές ή υπέκυψε στα φρικτά βασανιστήρια που είχε υποστεί και έχουν επιβεβαιωθεί από τους βασανιστές του.

Το 1958, μια «Ειδική Επιτροπή» του ΚΚΕ, αποφάνθηκε όχι για την αθωότητα αλλά για την έλλειψη αποδείξεων της ενοχής του Καραγιώργη. Και με βάση το πόρισμα αυτής της Επιτροπής, το ΚΚΕ προχώρησε εντελώς αθόρυβα στη μεταθανάτια «αποκατάσταση» τριών από τα θύματα αυτών των εγκλημάτων, με απόφαση της 9ης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του: «Η Ολομέλεια αποφασίζει την αποκατάσταση της μνήμης των συντρόφων Γιώργη Σιάντου, Νίκου Πλουμπίδη (Μπάρμπα) και Κώστα Γυφτοδήμου (Καραγιώργη)». Αυτός ο τρόπος «αποκατάστασης» ήταν σύμφωνος όχι μόνο με την σταλινική παράδοση, αλλά και γιατί ολόκληρη η τότε ηγεσία του ΚΚΕ ήταν συνένοχη στα εγκλήματα αυτά και συνεπώς δεν μπορούσε να τα ομολογήσει ή να τα παραδεχθεί ανοικτά. Ουσιαστικά ήταν σχεδόν οι ίδιοι που πριν από 8 χρόνια τον είχαν καταδικάσει ομόφωνα.  H «αποκατάσταση» του Καραγιώργη αποφασίστηκε από τους συνεργούς στη δολοφονία του εν κρυπτώ, όχι επειδή ήταν αθώος αλλά επειδή «δεν είχαν προκύψει στοιχεία που να θεμελιώνουν την ενοχή του».

Η «αποκατάσταση» του Κώστα Καραγιώργη έγινε τόσο αθόρυβα και μυστικά, που ακόμη κι η γυναίκα του Μαρία Καραγιώργη (αποκαταστάθηκε και αυτή μετά το θάνατο του Ζαχαριάδη!), που ήταν ηγετικό στέλεχος και βουλευτής της ΕΔΑ, την πληροφορήθηκε μόλις το 1961, δηλαδή με καθυστέρηση τριών ολόκληρων χρόνων. Και είναι προς τιμή της Μαρίας Καραγιώργη το γεγονός ότι υποστήριξε πάντοτε αταλάντευτα την αθωότητα του συζύγου της και δεν δέχτηκε ποτέ να τον αποκηρύξει (μαρτυρίες της ίδιας στο βιβλίο της), παρά τις φοβερές πιέσεις που της ασκήθηκαν από τον κομματικό μηχανισμό (σε πλήρη αντίθεση με κάποιες άλλες «κυρίες», όπως για παράδειγμα η Ρούλα Κούκουλου, σύζυγος του Νίκου Ζαχαριάδη και η Αύρα Παρτσαλίδη, σύζυγος του Δημήτρη Παρτσαλίδη, οι οποίες καθόριζαν την στάση τους απέναντι στους συζύγους τους σύμφωνα με τις επιταγές της εκάστοτε ηγεσίας του Μηχανισμού).

Ο Λευτέρης Αποστόλου, που δεν αποκαταστάθηκε ποτέ, μάλλον ήταν τυχερός!

 

10.7.2017