«Καινούργιες πατρίδες» (του Δημήτρη Κατσορίδα)
«Δεν μπορώ να ξεχάσω τα μάτια των παιδιών μου όταν τα αποχαιρέτησα. Ήταν σαν υπνωτισμένα, μουδιασμένα, γεμάτα ερωτηματικά…».
–
Μία από τις πολλές μαρτυρίες στην Έκθεση με το παραπάνω τίτλο, που περιγράφει το μεταναστευτικό κύμα προς τη Δ. Ευρώπη, μετά την κατάρρευση των χωρών της Αν. Ευρώπης. Μεταξύ των χωρών που δέχτηκαν μετανάστες είναι και η Ελλάδα, η οποία έγινε χώρα υποδοχής.
–
Γι’ αυτό ΔΕΝ ΞΕΧΝΑΜΕ ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα με μαζική μετανάστευση: με 1.500.000 πρόσφυγες μετά την Μικρασιατική καταστροφή το 1922, με χιλιάδες πολιτικούς πρόσφυγες Αριστερών απόψεων μετά τον εμφύλιο πόλεμο το 1949 ή μετά τις βιαιοπραγίες της 6 Σεπτέμβρη 1955 στην Κων/λη ή τους εκατοντάδες πολιτικούς πρόσφυγες εξαιτίας της δικτατορίας των συνταγματαρχών το 1967 ή τους ελληνοκύπριους πρόσφυγες το 1974. Επίσης, ΔΕΝ ΞΕΧΝΑΜΕ την μεγάλη μεταναστευτική αιμορραγία, στις αρχές του 20ου αιώνα, καθώς επίσης την μαζική μετανάστευση της δεκαετίας του 1960.
Υπολογίζεται ότι οι Έλληνες (δεύτερης και τρίτης γενιάς), σε όλο τον κόσμο, ανέρχονται στα 5.000.000 άτομα, δηλαδή μισή Ελλάδα.
Τέλος, ΔΕΝ ΞΕΧΝΑΜΕ ότι αυτή τη στιγμή έχουμε, περίπου, 500.000 νέους/-ες, Έλληνες/-ίδες, οι οποίοι έχουν μεταναστεύσει εξαιτίας της κρίσης και των Μνημονίων.
–
«Καινούργιες πατρίδες»
–

«Καινούργιες πατρίδες. Σε αγκαλιάζουν ή σε διώχνουν, σου δίνουν ευκαιρίες ή σου γκρεμίζουν τα όνειρα, γίνονται δικές σου ή μένουν ξένες…». Έτσι ξεκινά το ενημερωτικό έντυπο, το οποίο προβάλλει την Έκθεση που παρουσιάζεται το Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης και Ελληνικών Λαϊκών Μουσικών Οργάνων, στο Λουτρό των Αέρηδων στην Πλάκα (διάρκεια έκθεσης μέχρι 5-3-2018).
Το μεταναστευτικό κύμα, που ακολούθησε την κατάρρευση των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού», δημιούργησε νέα δεδομένα τόσο για τις χώρες αυτές όσο και για τις χώρες υποδοχής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μεταξύ αυτών και η Ελλάδα, η οποία από χώρα αποστολής μεταναστών μετατράπηκε σε χώρα υποδοχής από τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Εδώ να υπενθυμίσουμε τη μεγάλη μεταναστευτική αιμορραγία, που είχε η Ελλάδα, στις αρχές του 20ού αιώνα, καθώς επίσης και τη μαζική μετανάστευση τη δεκαετία του 1960, με εκατομμύρια Έλληνες μετανάστες..
Το εν λόγω μεταναστευτικό κύμα από τις χώρες της Ανατολικής προς τη Δυτική Ευρώπη έδωσε μεγάλη ώθηση στις οικονομίες των χωρών υποδοχής. Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, η εισροή μεταναστών αποτέλεσε θετικό παράγοντα στην αναπτυξιακή διαδικασία της χώρας, συμβάλλοντας παράλληλα στην αύξηση της παραγωγής και της απασχόλησης. Σε πολλούς δε τομείς της οικονομίας οι μετανάστες κάλυψαν πραγματικές ανάγκες της παραγωγής, επειδή ακριβώς οι Έλληνες απέφευγαν να εργασθούν σε εργασίες που θεωρούνταν ανθυγιεινές, χειρωνακτικές, επικίνδυνες ή κακοπληρωμένες.
Παράλληλα, με τις θετικές οικονομικές επιδράσεις, η μετανάστευση συνετέλεσε στη βελτίωση και ανανέωση της σύνθεσης του πληθυσμού των κοινωνιών που εντάχθηκαν, δημιούργησε πολυ-πολιτισμικές κοινωνίες και μετέτρεψε τις χώρες υποδοχής σε «καινούργιες πατρίδες». Όμως, ταυτόχρονα, όξυνε και προκαταλήψεις για τον «ξένο», τον «άλλο», «τον διαφορετικό», που αντιμετωπίζεται σαν «απειλή». Συν τοις άλλοις, η μετανάστευση είχε επιπτώσεις και για τους ίδιους τους μετανάστες και για τα παιδιά τους, επειδή σε πολλές περιπτώσεις διατάραξε την οικογενειακή συνοχή.
Η εν λόγω έκθεση στρέφει το ενδιαφέρον σε αυτή τη διάσταση της μετανάστευσης: τον χωρισμό της οικογένειας, τη διάσπαση και ίσως την επανένωση. Η έκθεση δομείται πάνω στις ιστορίες αυτών των ανθρώπων, εκ των οποίων κάποιες από τις προσωπικές μαρτυρίες αναρτούνται και συμπληρώνονται με εικαστικά έργα ή με συμβολισμούς (π.χ. το ταξίδι και η βαλίτσα). Ακόμη, παρουσιάζονται αντικείμενα από την καθημερινή ζωή των μεταναστών (θρησκευτικά σύμβολα, φωτογραφίες κλπ).
Η Έκθεση περιλαμβάνει τρεις Ενότητες που ακολουθούν την «πορεία» της μετανάστευσης: Η πρώτη ενότητα είναι η απόφαση για μετανάστευση και ο αποχωρισμός. Η δεύτερη, περιλαμβάνει τις δυσκολίες της μετάβασης, συχνά μη νόμιμες, καθώς επίσης την τραυματική εμπειρία και τις αμφιβολίες για την επιλογή. Η τρίτη δείχνει την προσαρμογή και ένταξη των μεταναστών ή αντίθετα την άρνηση αποδοχής στη «καινούργια πατρίδα».
Τέλος, να πούμε ότι στην εν λόγω έκθεση συμμετέχει μια πλειάδα καλλιτεχνών, όπου τα έργα τους εμπνέονται από τη μεταναστευτική κίνηση. Τα έργα αναφέρονται στις μνήμες και στη νοσταλγία, στο συναίσθημα του αποχωρισμού και της απουσίας, στον συναισθηματικό κόσμο των παιδιών των μεταναστών, ιδιαίτερα αν οι γονείς τους είναι απόντες, στον δισταγμό μεταξύ «θάρρους και φόβου», στην καθημερινότητά τους, στις παραδόσεις τους, στα ενθυμήματά τους, στην ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ένα υπερμέγεθες δαχτυλίδι, το οποίο ουσιαστικά συμβολίζει τον συνδετικό κρίκο, με τον οποίο συνδέονται μεταξύ τους οι άνθρωποι, ασχέτου φυλής, χρώματος, εθνικότητας, θρησκείας και φύλου.